ΣΕΛΙΔΕΣ

Τρίτη 2 Ιανουαρίου 2018

Η Ελληνική Γενιά της Μπίρας: Οι Ζυθοποιοί που Καταπολεμούν την Κρίση με Παραγωγή Αλκόολ

Τα τελευταία δύο χρόνια, ο αριθμός των μικρών επιχειρήσεων ζυθοποιίας έχει υπερδιπλασιαστεί στην Ελλάδα. Μιλήσαμε με εκπροσώπους αυτής της νέας βιομηχανίας.

Μετά από χρόνια, μέσα στα οποία προσπαθούσε να βρει δουλειά στην Αθήνα, ο Γιάννης Παπαθανασίου, μηχανολόγος μηχανικός, αποφάσισε να τα παρατήσει και να στραφεί στην μπίρα. Πέρυσι την άνοιξη, άνοιξε το πρώτο μικρό ζυθοποιείο στη Σπάρτη.

Ένα καυτό απόγευμα του Αυγούστου, καθώς στεκόταν έξω από το μικρό του ζυθοποιείο στην καταπράσινη κοιλάδα του Ταΰγετου, κοντά στο χωριό όπου μεγάλωσε η μητέρα του, μου είπε ότι ήταν «πολύ κουρασμένος, αλλά χαρούμενος». Πουλούσε τις Sparta Beer του, μία lager και μία αμερικάνικη pale ale, σχεδόν όλο το καλοκαίρι.

Σε μια χώρα που έχει αδυναμία στο κρασί, όπου οι πωλήσεις δυνατών αλκοολούχων ποτών έχουν κάνει βουτιά εν μέσω κρίσης, υπήρξε μια απροσδόκητη άνθηση στην πώληση τοπικής craft μπίρας – μια βιομηχανία που ήταν σχεδόν ανύπαρκτη, όταν ξέσπασε η οικονομική κρίση το 2009. Τα τελευταία δύο χρόνια, ο αριθμός των μικρών επιχειρήσεων ζυθοποιίας έχει υπερδιπλασιαστεί στην ηπειρωτική χώρα και στα νησιά της –από 15 έφτασαν τις 40–, σύμφωνα με την Ελληνική Ένωση Ζυθοποιών. Όπως και ο Παπαθανασίου, πολλοί από τους νέους ζυθοποιούς είναι μορφωμένοι νέοι που προσπαθούσαν να τα βγάλουν πέρα στη δύσκολη αγορά εργασίας και αναγκάστηκαν να βρουν μια άλλη λύση. Είναι επίσης νεαροί (κυρίως άνδρες) που έχουν πάθος με την μπίρα, θέλουν να δημιουργήσουν μια νέα βιομηχανία στη χώρα που έχει δεχθεί πλήγμα από την οικονομική κρίση και δουλεύουν προκειμένου να δημιουργηθεί για πρώτη φορά στην Ελλάδα μια σύγχρονη κουλτούρα μπίρας.


Πέρυσι, τέσσερις παιδικοί φίλοι, όλοι τους γύρω στα 30, άνοιξαν το πρώτο ανεξάρτητο μικρό ζυθοποιείο στην Αθήνα, μέσα σε ένα παλιό γκαράζ. «Αυτό που κάνουμε είναι δύσκολο, αλλά το αγαπάμε», είπε ο Ιάσων Παναγιωτόπουλος, πρώην δημοσιογράφος που αποφάσισε να παρατήσει τη δουλειά του στον ραδιοφωνικό σταθμό που εργαζόταν και να ακολουθήσει μια καριέρα στη ζυθοποιία με τους φίλους του – δύο μηχανικούς και έναν τεχνολόγο τροφίμων.
Ο Παναγιωτόπουλος είπε ότι εκείνος και οι φίλοι του, όπως και ο ιδρυτής της Sparta Beer, είχαν μανία με τη σπιτική μπίρα και η αγάπη τους για αυτή μεγάλωνε, όσο δοκίμαζαν διαφορετικά είδη ποιοτικής μπίρας στα ταξίδια τους εκτός Ελλάδας. Πριν από περίπου δυο χρόνια, όταν παρατήρησαν ότι άνοιγαν όλο και περισσότερα μικρά ζυθοποιεία στην Ελλάδα, σκέφτηκαν ότι είχε έρθει η ώρα να ανοίξει και στην Αθήνα μια επιχείρηση παραγωγής craft μπίρας. Αφού επένδυσαν τις οικονομίες τους –όπως και χρήματα από τις οικογένειές τους– και όργωσαν την πόλη προκειμένου να βρουν πιθανές τοποθεσίες, η παρέα άνοιξε το ζυθοποιείο της, το Noctua, τον Αύγουστο του 2016.
Όταν ο 38χρονος Μαντζούκης άνοιξε την επιχείρησή του το 2012, μπορούσε να επιλέξει ανάμεσα σε 60 περίπου ελληνικές craft μπίρες, ενώ πλέον αυτές έχουν αυξηθεί σε 200.


Οι πρώτες τους μπίρες, μια μαύρη IPA που λέγεται Night Vision και μια pale ale που λέγεται Head Twister (όλα τα ονόματα που δίνουν στις μπίρες τους σχετίζονται με τον λογότυπο και την επωνυμία τους - οι μικρές κουκουβάγιες της Αθήνας αποτελούν το σύμβολο της πόλης από τα αρχαία χρόνια και η λατινική ονομασία τους είναι Athene Noctura), κέρδισαν βραβεία γεύσης στον φετινό διεθνή διαγωνισμό μπίρας, International Beer Challenge. Οι προσπάθειες που κάνουν για να φέρουν σε επαφή περισσότερους Έλληνες με τη δυνατή γεύση φρέσκιας, μη παστεριωμένης craft μπίρας, είναι μια διαδικασία που βρίσκεται ακόμη σε εξέλιξη.
Για δεκαετίες, η ελληνική αγορά κυριαρχούνταν σχεδόν αποκλειστικά από εταιρείες-κολοσσούς παραγωγής μπίρας, ειδικά τη Heineken και τον όμιλο Carlsberg. Αυτές οι μάρκες, οι οποίες παρασκευάζονται στην Ελλάδα, παράγουν ευκολόπιοτες lager μπίρες, όπως τη Mythos και τη Fix.

«Δεν είναι εύκολα τα πράγματα για αυτόν τον κλάδο, όμως, ούτως ή άλλως, το άνοιγμα οποιασδήποτε επιχείρησης είναι δύσκολο στην Ελλάδα» - Μαρίνος Αλεξάνδρου, συνιδρυτής του 56 Isles

«Στην Ελλάδα κυριαρχεί η κουλτούρα του κρασιού – παραδοσιακά, η μπίρα για τους Έλληνες είναι ένα κρύο, αναζωογονητικό ποτό με ανθρακικό για το καλοκαίρι, όπως η Heineken, την οποία έχουν συνηθίσει να πίνουν. Όμως, νομίζω ότι αυτό συμβαίνει επειδή δεν έχουν άλλη επιλογή», λέει ο Μάριος Μαντζούκης, ιδιοκτήτης του Barley Cargo, ενός από τα πρώτα μπαρ της Αθήνας με craft μπίρες. Έχουν υπάρξει και κάποιες πρώιμες αναλαμπές στην ελληνική σκηνή της craft μπίρας, όπως το μικρό ζυθοποιείο Septem, το οποίο άνοιξε το 2009 και πλέον είναι ένα από τα πιο δημοφιλή εμπορικά σήματα ευρείας κατανάλωσης της χώρας. «Οι μπίρες craft είναι πολύ πιο αρωματικές και περίπλοκες – νομίζω ότι όσο περισσότερες μπίρες αυτού του είδους δοκιμάζουν οι Έλληνες, τόσο πιο πολύ τις αγαπούν».
Τόσο η Noctua όσο και η Sparta Beer πωλούν τα προϊόντα τους στο Barley Cargo, το οποίο επικεντρώνεται στα ελληνικά ζυθοποιεία craft μπίρας. Όταν ο 38χρονος Μαντζούκης άνοιξε την επιχείρησή του το 2012, μπορούσε να επιλέξει ανάμεσα σε 60 περίπου ελληνικές craft μπίρες, ενώ πλέον αυτές έχουν αυξηθεί σε 200. Στο μπαρ του, προσφέρει 70 ελληνικές μπίρες, 17 εκ των οποίων είναι βαρελίσιες. «Είναι κάτι καινούργιο και συναρπαστικό για την Ελλάδα – ο κόσμος με θεωρούσε τρελό όταν άνοιξα το μαγαζί, όμως τα πάμε καλά», λέει ο Μαντζούκης. «Λατρεύω να μαθαίνω στον κόσμο πράγματα για την μπίρα και να βλέπω νέους ανθρώπους να προσπαθούν να εκμεταλλευτούν την ευκαιρία».


Οι νέοι ζυθοποιοί σημειώνουν επιτυχία, όμως, προς το παρόν τουλάχιστον, είναι σε μικρή κλίμακα, με πολλούς από αυτούς να πωλούν τα προϊόντα τους μόνο σε τοπικά μπαρ, σε εστιατόρια και σε περαστικούς και τουρίστες που έχουν περιέργεια. Ένα από τα πλεονεκτήματα που έχουν οι ζυθοποιοί είναι η γέννηση ενός ισχυρού κινήματος υποστήριξης τοπικών προϊόντων στην Ελλάδα, το οποίο αντικατοπτρίζεται και στην επιλογή της μπίρας – παρόλο που η κατανάλωση μπίρας εδώ είναι από τις μικρότερες στην Ευρώπη. Ενώ, όμως, φαίνεται να εκτιμάμε το γεγονός ότι η craft που παράγουν οι συμπατριώτες μας είναι υψηλής ποιότητας, η υψηλότερη τιμή της σε σχέση με τις συνηθισμένες μπίρες, παραμένει ένας αποτρεπτικός παράγοντας για τον μέσο καταναλωτή. Μια Mythos μπορεί να κοστίζει γύρω στα τρία ευρώ σε ένα μπαρ, ενώ μια craft ενδέχεται να κοστίζει πέντε ή έξι ευρώ. Επίσης, οι μεγάλες εταιρείες μπίρας συνεργάζονται εδώ και χρόνια με μπαρ και εστιατόρια, πράγμα που δυσκολεύει την είσοδο των μικρότερων και ακριβότερων ζύθων στην αγορά.

Δεν είναι εύκολο να ανοίξεις ένα ζυθοποιείο στην Ελλάδα. Το αρχικό κόστος μπορεί να ξεπεράσει τις 200.000 ευρώ.

«Δεν είναι εύκολα τα πράγματα για αυτόν τον κλάδο, όμως, ούτως ή άλλως, το άνοιγμα οποιασδήποτε επιχείρησης είναι δύσκολο στην Ελλάδα, δυστυχώς», λέει ο 35χρονος Μαρίνος Αλεξάνδρου, συνιδρυτής του 56 Isles, του πρώτου μικρού ζυθοποιείου της Πάρου. Ο Αλεξάνδρου, ο οποίος κατάγεται από την Κύπρο και ζει στο Λονδίνο τα τελευταία 15 χρόνια, άνοιξε το ζυθοποιείο με τον 32χρονο φίλο του, Νικόλα Παυλάκη, ο οποίος μεγάλωσε στο νησί. Οι δυο τους γνωρίστηκαν, όταν ο Παυλάκης πήγε στο Λονδίνο για σπουδές στα οικονομικά. Εκεί, αγάπησαν και οι δυο την μπίρα και όνειρό τους έγινε η δημιουργία περισσότερων επιχειρήσεων στην Ελλάδα. Φέτος, η ελαφριά, ξανθιά pilsner τους, η οποία παρασκευάζεται από παριανό κριθάρι, κέρδισε ένα αστέρι στα Great Taste Awards, έναν μεγάλο διαγωνισμό του Ηνωμένου Βασιλείου, ο οποίος διοργανώνεται από την Guild of Fine Food.


Δεν είναι εύκολο να ανοίξεις ένα ζυθοποιείο στην Ελλάδα. Το αρχικό κόστος μπορεί να ξεπεράσει τις 200.000 ευρώ – με κάποιους ζυθοποιούς να χρησιμοποιούν ταυτόχρονα χρήματα της οικογένειάς τους, επιχορηγήσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ακόμη και τραπεζικά δάνεια, προκειμένου να ξεκινήσουν την επιχείρησή τους. Έπειτα, έρχονται οι φορολογικές επιβαρύνσεις και τα γραφειοκρατικά κωλύματα που στέκονται ως ένα περαιτέρω εμπόδιο στην εξάπλωση της μπίρας στην Ελλάδα, όπως λέει η Ιωάννα Σιδηροπούλου, μία από τις ελάχιστες γυναίκες ζυθοποιούς της χώρας.



Η 30χρονη Σιδηροπούλου διευθύνει το Elis Brewery στη νοτιοδυτική Ελλάδα, κοντά στην Αρχαία Ολυμπία. Είναι χημικός μηχανικός που εγκατέλειψε την Ελλάδα, για να κάνει σπουδές πάνω στη ζυθοποιία στη Σκωτία και δούλεψε στο Brewdog, ένα αυτοαποκαλούμενο «punk» σκωτσέζικο ζυθοποιείο, το οποίο είναι πλέον ένα από τα πιο γρήγορα αναπτυσσόμενα brand μπίρας της Μεγάλης Βρετανίας.
Αν και λάτρευε τη δουλειά εκεί, της έλειψε η Ελλάδα. Πριν από δυο χρόνια, μέσω ηλεκτρονικής αναζήτησης, βρήκε μια ελληνική οικογένεια οινοπαραγωγών που ενδιαφερόταν να ανοίξει ένα μικρό ζυθοποιείο. Έκτοτε, βρίσκεται πίσω από το τιμόνι. Οι μπίρες της, οι οποίες είναι pale ale, pilsner και porter, παρασκευάζονται με μεγάλη φροντίδα, αλλά όπως λέει η ίδια, «Θέλω να πειραματιστώ και να καινοτομήσω ακόμη περισσότερο». Εκτός όμως από την επικράτηση της εμπορικής μπίρας στην ελληνική αγορά, υπάρχουν ταυτόχρονα και κάποιοι νόμοι που στέκονται εμπόδιο στη δημιουργικότητα των ζυθοποιών.
Ο Φερούς επισημαίνει τον αυξανόμενο αριθμό «τσιγγάνων ζυθοποιών» στη χώρα – νέοι ζυθοποιοί που δεν έχουν τη δική τους επιχείρηση, όμως νοικιάζουν χώρους από άλλους για την παρασκευή των συνταγών τους.

Ένας νόμος για την καθαρότητα της μπίρας που χρονολογείται από το 1922 (και προέρχεται από έναν γερμανικό νόμο για την καθαρότητα της μπίρας του 1500), απαγορεύει στους ζυθοποιούς την εκμετάλλευση του πλούτου των φρέσκων φρούτων, βοτάνων και άλλων αρωματικών που υπάρχουν στην Ελλάδα και την προσθήκη τους στην μπίρα– ή ακόμη και στον μηλίτη. Ο νόμος άλλαξε μέσα στο καλοκαίρι, όμως υπάρχουν ακόμη κάποιες τεχνικές λεπτομέρειες για τις οποίες συνεχίζουν να διαμαρτύρονται οι ζυθοποιοί.


«Τα πάντα στην Ελλάδα πρέπει να ρυθμιστούν με νόμους και επειδή η κουλτούρα της μπίρας είναι καινούργια εδώ, για οτιδήποτε θέλουμε να κάνουμε –ακόμη και για να προσθέσουμε τοπικό δενδρολίβανο στη μπίρα– πρέπει να προβούμε σε πολλές ενέργειες, για τις οποίες απαιτούνται πολλά χαρτιά και γραφειοκρατικές διαδικασίες», λέει ο 28χρονος Άγγελος Φερούς, συνιδιοκτήτης του πρώτου μικρού ζυθοποιείου στη Μύκονο.

Ο Φερούς, μηχανικός και αυτός, παρακολούθησε το ίδιο μεταπτυχιακό πρόγραμμα σπουδών με τη Σιδηροπούλου στη Σκωτία – επίσης, και οι δύο εργάζονταν στοBrewdog. Όταν άνοιξε την επιχείρηση πέρυσι την άνοιξη, ξεκίνησε να φτιάχνει μια ξανθιά saison και μια pale ale από λυκίσκο της δυτικής ακτής της Αμερικής (κάτι που λένε ότι είναι σπάνιο στην Ελλάδα) και ο Φερούς λέει ότι θέλει να προωθήσει την κουλτούρα της μπίρας στην Ελλάδα. Παλαιώνει τις μπίρες σε βαρέλια κρασιού και ελπίζει να παρασκευάσει τις πρώτες «ξινές» μπίρες στην Ελλάδα, χρησιμοποιώντας στελέχη γαλακτοβάκιλλων από ελληνικό γιαούρτι και γαλακτικό οξύ από ελληνικά τυριά – μια διαδικασία για την οποία επίσης απαιτείται έγκριση από το κράτος.
Ο Φερούς επισημαίνει επίσης τον αυξανόμενο αριθμό «τσιγγάνων ζυθοποιών» στη χώρα –νέοι ζυθοποιοί που δεν έχουν τη δική τους επιχείρηση, όμως νοικιάζουν χώρους από άλλους για την παρασκευή των συνταγών τους– και ισχυρίζεται ότι κάποιοι από αυτούς παράγουν ορισμένες από τις πιο καινοτόμες μπίρες - μάρκες όπως η Strange Brew και η Flaros.
«Νομίζω ότι υπάρχουν παθιασμένοι νέοι Έλληνες ζυθοποιοί, οι οποίοι θέλουν πραγματικά να φτιάξουν craft μπίρες που θα είναι μοναδικές και πρωτοποριακές», λέει ο Φερούς. «Απαιτείται σκληρή δουλειά, όμως είμαστε διατεθειμένοι να το κάνουμε – έχουμε την τύχη να δουλεύουμε πάνω σε κάτι νέο, κάτι ουσιαστικό για το οποίο ενδιαφερόμαστε στη χώρα μας».   TO ΔΙΑΒΑΣΑΜΕ ΕΔΩ>>>>>https://www.vice.com/gr/article/xwa943/h-ellhnikh-genia-ths-mpiras-oi-zy8opoioi-poy-katapolemoyn-thn-krish-me-paragwgh-alkool

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου